TasosP.-OnLine

Το “Μινιόν” των αναμνήσεών μας

Το Μινιόν υπήρξε δημιούργημα ενός φτωχού χωριατόπαιδου, του Ιωάννη Γεωργακά με καταγωγή από την Ολυμπία. Σε ηλικία 13 ετών είχε κατέβει στην Αθήνα για να βρει την τύχη του. Στην αρχή έκανε διάφορες δουλειές «του ποδαριού», μέχρι που είδε ένα περίπτερο στα Χαυτεία, το Μινιόν (από το ομηρικό «μινύος» που σημαίνει πολύ μικρός), το οποίο διέφερε από τα υπόλοιπα, αφού διέθετε μια ευρεία γκάμα προϊόντων, όπως τσιγάρα, εφημερίδες, στυλό, γυαλιά, είδη καπνού και μια σειρά από χρηστικά μικροαντικείμενα.

Κάπου εδώ ξεκινάει η επιχειρηματική δράση του Γεωργακά, ο οποίος πείθει τον ιδιοκτήτη του Μινιόν, τον Άγγελο Σεραφειμίδη, που μόλις είχε έρθει από την  Αμερική, να συνεταιρισθούν.  Ανοίγουν μαζί ένα δεύτερο περίπτερο και λίγο αργότερα το πρώτο τους κατάστημα, στα Χαυτεία. Το 1944 οι δύο συνεταίροι αγοράζουν ένα κτίριο στην Πατησίων και όταν ο Σεραφειμίδης αποχωρεί από την εταιρεία για να εγκατασταθεί στην Αμερική, ο Γεωργακάς συνεχίζει το επιχειρηματικό του έργο και αγοράζει στο τέλος της δεκαετίας του ’50 ένα δεκαώροφο κτίριο, πάντα κοντά στην Ομόνοια.

Τη δεκαετία του ’70, το Μινιόν έχει πια μετατραπεί σε ένα τεράστιο σύγχρονο πολυκατάστημα, το ενδέκατο μεγαλύτερο σε μέγεθος σε όλη την Ευρώπη, με ετήσιες πωλήσεις που προσεγγίζουν το ένα δισεκατομμύριο δραχμές. Αναδεικνύεται σε σήμα κατατεθέν της πρωτεύουσας, όπου κάποιος θα μπορούσε να βρει σε προσιτές τιμές από καρφίτσες και τρόφιμα μέχρι ηλεκτρονικά και αυτοκίνητα, ενώ αναμφίβολα καταφέρνει να συνδεθεί με τις ομορφότερες στιγμές στη ζωή των Αθηναίων.

Μάλιστα το Μινιόν ήταν το πρώτο κατάστημα στην Ελλάδα που καθιέρωσε τις ετήσιες εκπτώσεις, κατήργησε τα παζάρια θέτοντας καθορισμένες τιμές, καθιέρωσε τη διαφήμιση στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, εγκατέστησε κυλιόμενες σκάλες, χρησιμοποίησε Η/Υ, εισήγαγε τη λίστα αγορών και τη λίστα γάμου, εγκατέστησε κλιματιστικό και λειτούργησε στις εγκαταστάσεις του κομμωτήριο, καφετέρια, εστιατόριο, μπαρ, ακόμα και ταξιδιωτικό γραφείο. Στην ακμή του, απασχολούσε 1000 υπαλλήλους και διέθετε 120.000 διαφορετικά είδη ενώ ο Γεωργακάς , – η «ψυχή του Μινιόν» όπως τον αποκαλούσαν-  ήταν πολύ αγαπητός στο προσωπικό του, προσφέροντας εκτός από το μισθό και διάφορα άλλα μισθολογικά προνόμια, ψυχαγωγία μέχρι και σχολή εκπαίδευσης για τους υπαλλήλους του. Ο ίδιος συνήθιζε να βρίσκεται συχνά ανάμεσα στους πελάτες του καταστήματός του, κερνώντας καλούδια τις γιορτές.

Αξίζει να αναφέρουμε, πρώτο το Μινιόν είχε την ιδέα να φέρει έναν Άγιο Βασίλη για να μοιράζει δώρα στα παιδιά ο οποίος έφθανε στο κέντρο της Αθήνας με μια μεγαλειώδη πομπή μοιράζοντας σοκολάτες και δωράκια στα παιδιά, πριν την καθιερωμένη φωτογραφία με το καθένα από εμάς καθισμένο στα γόνατά του πάνω στη μεγάλη πολυθρόνα του μέσα στο πολυκατάστημα.

Όμως, αυτή η λάμψη του κάποια στιγμή έσβησε μια για πάντα τα ξημερώματα της 19ης Δεκεμβρίου 1980 ημέρα Παρασκευή. Τρεις ώρες μετά τα μεσάνυχτα, εκείνης της Παρασκευής, ακούγονται εκρήξεις και τα πολυκαταστήματα «Μινιόν» και «Κατράντζος» τυλίγονται στις φλόγες μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, όπως περιέγραψαν αυτόπτες μάρτυρες.

Η πυρκαγιά ξεκινά από τους υψηλότερους ορόφους, όπου βρίσκονται τα πλέον εύφλεκτα υλικά, γεγονός που βεβαιώνει ότι πρόκειται για εμπρησμό. Η ηλεκτροδότηση στην περιοχή της Ομόνοιας διακόπτεται, καθώς κατέρρευσαν οι κολώνες της ΔΕΗ μπροστά στα δύο καταστήματα. Σαράντα δύο οχήματα με 170 άνδρες της πυροσβεστικής καταφθάνουν στο σημείο, όμως η καταστροφή είναι εκτεταμένη. Από το «Μινιόν» έχει απομείνει μόνο ο σκελετός του κτιρίου ενώ το «Κατράντζος» καταρρέει. Η πυροσβεστική υπολογίζει ότι οι ζημίες ανέρχονται στα δύο δισ. δραχμές ενώ όπως δήλωσε ο Γεωργακάς το κατάστημα ήταν ασφαλισμένο μόνο για 200 εκατομμύρια δραχμές.

Στις 22 Δεκεμβρίου ήλθε και η επιβεβαίωση της τρομοκρατικής ενέργειας. Την ευθύνη για τους εμπρησμούς ανέλαβε η νεοεμφανιζόμενη «Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης 80», που ήταν παρακλάδι του ΕΛΑ. Στην προκήρυξή της, που ταχυδρομήθηκε στις εφημερίδες, δικαιολόγησε την επίθεση στα πολυκαταστήματα υποστηρίζοντας ότι «κάθε επιχείρηση, έτσι και αυτές στηρίζονται στην εκμετάλλευση των προλετάριων. Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται την ανάγκη των προλετάριων να έχουν ένα εισόδημα για να ζήσουν και τους στριμώχνουν στο μεροκάματο, την αλλοτρίωση και τη μιζέρια».

Η Αστυνομία από την πρώτη στιγμή προχώρησε στη σύλληψη ενός υπόπτου, αλλά αφέθηκε ελεύθερος, καθώς δεν προέκυψαν σε βάρος του επιβαρυντικά στοιχεία. Αργότερα, συνέλαβε δύο αδελφές, την Αικατερίνη και την Ευαγγελία Τσαγκαράκη, 23 και 20 ετών αντίστοιχα, επειδή η μία σχετιζόταν με άτομα του αντιεξουσιαστικού, επειδή όμως δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία εναντίον τους αφέθηκαν ελεύθερες.

Τα επόμενα χρόνια με δάνεια αποκαταστάθηκαν πλήρως οι ζημιές στο κτήριο και το κατάστημα επαναλειτούργησε το 1983, όμως λόγω υπερβολικών χρεών κρατικοποιήθηκε. Το 1991 περιήλθε ξανά στα χέρια του Γεωργακά μέχρι που η εταιρεία χρεωκόπησε το 1998.

Τα τελευταία χρόνια υπήρχε έντονη φημολογία για την επαναλειτουργία του αλλά μέχρι και σήμερα αναβάλλεται διαρκώς λόγων οικονομικών προβλημάτων του ομίλου Folli Follie και το ιστορικό πολυκατάστημα θα παραμείνει μονάχα μία αγαπημένη ανάμνηση της πιο τρυφερής μας ηλικίας

Αφήστε μια απάντηση