Les Fleurs du mal – Τα άνθη του κακού: του Καρόλου Μπωντλαίρ
Στα πλαίσια του Φεστιβάλ που δεν τελειώνει του Διεθνούς Φεστιβάλ Λευκωσίας
Μουσική Σύνθεση: Γιώργος Παπαγεωργίου
Αφηγητής-Ηθοποιός: Φώτης Αποστολίδης
Χορογραφία-χορός: Στέφανη Παστελλά
Oρχηστρικό σύνολο “Chronos Contemporary Music Ensemble” (το σύνολο αποτελείται από μέλη της Συμφωνικής Ορχήστρας Κύπρου):
φλάουτο – Virginie Bove
κλαρινέτο – Γιώργος Γεωργίου
βιολί – Sorin Alexandru Horlea
βιολοντσέλο – Jacub Otcenasek
πιάνο – Gergana Georgieva
κρουστά – Γιώργος Παπαγεωργίου
Εικαστικά-Προβολές : Σταύρος Κίκας
Σκηνοθετική επιμέλεια: Γιώργος Παπαγεωργίου
Ημερομηνία: 21 Φεβρουαρίου 2024
Ώρα: 20:30
Χώρος: Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας
Εισιτήρια διατίθενται από την Soldout Tickets, στα καταστήματα Stephanis και από το ταμείο του Δημοτικού Θεάτρου Λευκωσίας (Δευτέρα- Παρασκευή 10:00-13:00).
Για πληροφορίες και προώθηση υλικού:
Γιώργος Παπαγεωργίου 99886364 │ giorgos.ppgeorgiou@gmail.com
Περιγραφή Παράστασης
«Τα Άνθη του κακού – Les Fleurs du mal» του Charles Baudelaire αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και το ποιητικό αριστούργημα που καθόρισε οριστικά τη νεότερη ποίηση. Σε αυτή την παράσταση σύγχρονης λόγιας μουσικής, χορού και ποίησης, που παρουσιάζεται, για πρώτη φορά στο κυπριακό κοινό, το εμβληματικό έργο του Μπωντλαίρ δρα ως μέρος ενός ευρύτερου καλλιτεχνικού και ψυχολογικού σύμπαντος μαζί με τα έργα του συνθέτη Γιώργου Παπαγεωργίου.
Την καλλιτεχνική εκπλήρωση υπογράφουν το σχήμα Chronos Contemporary Music Ensemble, που αποτελείται από κορυφαίους μουσικούς της Συμφωνικής Ορχήστρας Κύπρου, στην απαγγελία των ποιημάτων ο καταξιωμένος ηθοποιός Φώτης Αποστολίδης, στη χορογραφία και το χορό η ταλαντούχα Στέφανη Παστελλά, στις προβολές ο πολυβραβευμένος εικαστικός Σταύρος Κίκας και ο ίδιος ο συνθέτης στα κρουστά.
Στα «Άνθη του κακού», οι μελωδικές γραμμές ταλαντεύονται ανάμεσα στη νέο-ρομαντική μελαγχολία, στις νευρώσεις των ήχων και στη δαιμονική εναλλαγή των ρυθμών, ενώ κορυφώνονται μέσω των extended techniques, φέρνοντας σε οριακά σημεία τις εκτελεστικές δυνατότητες των ορχηστρικών οργάνων.
Ο ανεκπλήρωτος έρωτας, η διαστροφή, η απώλεια, οι νευρασθένεια και η κατάθλιψη, βρίσκουν την προσωποποίηση τους στη φαντασίωση του χορού, όπου η αλληλεπίδραση μεταξύ αφηγητή και του φανταστικού έρωτα (χορός) προσδίδει στον εσωτερικό κόσμο του πρωταγωνιστή πότε τη σκοτεινή μελαγχολία και πότε την αίσθηση της αμυδρής ελπίδας για γαλήνη.
Οι προβολές των εικαστικών έργων του Σταύρου Κίκα, σαν κομμάτια ενός μεγάλου παζλ, συμπληρώνουν τη μουσική καθορίζοντας τη σκοτεινή παλέτα του έργου, δρώντας ως ο μεταφυσικός καθρέφτης του ψυχικού δράματος του πρωταγωνιστή (αφηγητή). Παράλληλα, σκιρτήματα από απεικάσματα φωτός προσδίδουν αμυδρές νότες αισιοδοξίας, τα οποία πνίγονται όμως σχεδόν αμέσως μέσα στην καταθλιπτική ένταση και τη διαστροφή του λόγου και της μουσικής.
Οι πυκνές νοσταλγικές μελωδίες και το χαρακτηριστικό νέο-ρομαντικό ύφος του συνθέτη, πλέκουν με τις δαιμονιώδεις ηχητικές εντάσεις, τα πολυσύνθετα ρυθμικά μοτίβα και τις σύγχρονες τεχνικές σύνθεσης. Η πλούσια χροιά των οργάνων μεταβάλλεται απρόσμενα ανάμεσα στην κατανομή της μελωδίας στα ψηλά και χαμηλά register, προσδίδει την ευαισθησία και συνάμα τον εύθραυστο ψυχισμό μιας αρρωστημένης μποέμ ύπαρξης, εωσφορικά φυλακισμένης ανάμεσα στον μελαγχολικό ρομαντισμό του 19ου αιώνα και της νευρωτικής σύγχρονης κοινωνίας.
Η ενορχήστρωση είναι σκοτεινή και αφαιρετική, όπου τα οργανικά μετά-μοντέρνα στοιχεία πλέκονται με modes και διατονικές κλίμακες όπου αναδεικνύονται μέσα από την ελεύθερη φόρμα των συνθέσεων, συνδυάζοντας χαρακτηριστικά διαφορετικών τεχνοτροπιών. Τα ιδιαίτερα γνωρίσματά του μεταμοντέρνου μουσικού ιδιώματος (ο πολυστυλισμός, το τυχαίο, η αυτοσχέδια μεταποίηση έτοιμου ή θεμελιώδους υλικού) χρησιμοποιούνται επιτηδευμένα, με τον ήχο να αποδομείται, να κατατέμνεται και να επανασυναρμολογείται, με συχνές αυτό-αναφορικές και ειρωνικές διαθέσεις, συγχέοντας τα όρια ανάμεσα στην “υψηλή” τέχνη και το kitsch, ολοκληρώνοντας έτσι το “Μπωντλαιρικό δράμα” – για να κυριαρχήσει μέσω τους το πάντρεμα ανάμεσα στις καλλιτεχνικές αντιλήψεις και πρακτικές της εποχής της συγγραφής του έργου (του 19ου αι.) με τις αντίστοιχες του σήμερα.