Το λιοντάρι και η λέαινα
Maria Moschou
“Οφού!!”, βρυχήθηκε το λιοντάρι. “Δε μπορείς να με κάνεις ότι θέλεις εσύ. ‘Άσε με να δω αν και τι θέλω. Νομίζω ότι είναι καλύτερα να μην κάνουμε πια παρέα. Είμαι πολύ περίεργο ζώο εγώ.” Η λέαινα τον κοίταζε αποσβολωμένη. Μα δεν είχε καμία πρόθεση να τον κάνει ότι θέλει. Έτρεχε κοντά του για κάθε συμβουλή που χρειαζόταν. Το θεωρούσε το πιο σοφό ζώο στο βασίλειο κι εκείνο ήταν πάντα πρόθυμο να δώσει την πολύτιμη συμβουλή του. Για αυτό το θαύμαζε τόσο πολύ η λέαινα. Ήταν αρχοντικό ζώο, ευγενικό, γεμάτο καλοσύνη και συνάμα τόσο σοφό και δυνατό. Τι να του συνέβη άραγε?, αναρωτήθηκε η λέαινα. Μέχρι χτες ήταν όλα μια χαρά. Ρώτησε το ένα ζώο, ρώτησε το άλλο, τι να συνέβη άραγε…. κανένα δεν ήξερε την απάντηση, καθώς όλα το εκτιμούσαν πολύ αυτό το δυνατό ζώο. ‘Δε μπορεί, θα του περάσει”, είπε η σοφή κουκουβάγια. “‘Ας του δώσουμε λίγο χρόνο”, είπε το τσαχπίνικο σκιουράκι. Η λέαινα όμως στενοχωριόταν πολύ. Δεν της άρεσε να συμβαίνουν αυτά ανάμεσα στα ζώα. Της θύμιζαν τον κόσμο των ανθρώπων. ¨Μα είναι φίλος μου”, σκέφτηκε, “και τους φίλους δεν τους αφήνουμε έτσι απλά να φεύγουν από τη ζωή μας”. “Θα γίνουμε σαν τους ανθρώπους κι εμείς?” Σκεφτόταν από δω, σκεφτόταν από κει..λύση δεν έβρισκε να προσεγγίσει τον καλό της φίλο. Του άφησε ένα σημείωμα στην πόρτα, εξηγώντας του ότι τον χρειάζεται και εκείνη και τα άλλα ζώα.Ίσως έτσι να καταλάβαινε ότι καμία φορά γίνονται και παρεξηγήσεις, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι οι άλλοι αλλάζουν γνώμη για εμάς. Ειδικά όταν ένα ζώο του βασιλείου προσφέρει τόση ασφάλεια, σιγουριά και αγάπη στα άλλα ζώα. Ανένδοτο το λιοντάρι…πείσμωσε, στενοχωρήθηκε και γύρισε την πλάτη. “Δε γίνεται”, μονολογούσε η λέαινα. “Πρέπει να πέσει ο τοίχος”. Πάει έξω από το σπίτι του και του χτυπάει την πόρτα. Το λιοντάρι ανοίγει προς μεγάλη της έκπληξη. Στέκονται ο ένας απέναντι στον άλλο. “‘Ήρθα, για να σπάσει ο τοίχος ανάμεσά μας”, απολογήθηκε η λέαινα. Το λιοντάρι γελάει. “Νομίζεις πως θα με κάνεις ότι θέλεις?” Η λέαινα μένει αποσβολωμένη. μα δε θέλω αυτό,σκέφτηκε. Θέλω να διορθωθούν τα πράγματα. Του εξηγεί πόσο τον χρειάζονται όλοι στο βασίλειο και ότι είναι κουτό να ακούει μόνο αυτά που θέλει και φεύγει, ελπίζοντας ότι το λιοντάρι πείστηκε για την καλή της πρόθεση. Την επόμενη μέρα το συναντάει στο δάσος και το καλημερίζει. “Καλημέρα, χαίρομαι που σε βλέπω”. “Δε σου είπα ότι δε θέλω να έχουμε άλλες παρτίδες” απάντησε το λιοντάρι. Η λέαινα σκύβει το κεφάλι και φεύγει…..
Μετά από μέρες στέλνει το σπουργίτι με ένα μήνυμα: ένα “έλα” σου και έφτασα…..
“΄Έλα” της λέει το λιοντάρι. πετάει από τη χαρά της η λέαινα. “Μα δεν είσαι στο σπίτι σου?” τον ρωτάει….
“Σου είπα “έλα” της απαντάει! “αλλά όχι στο σπίτι μου, σου έκανα πλάκα!”
Η λέαινα κοιτάζει τα άλλα ζώα που περιμένουν με αγωνία, σκύβει το κεφάλι και δεν …… απαντάει…..
Παραμύθια για μεγάλους Μ.Μ